Όσο μεγαλώνει το νησί της γνώσης, τόσο διευρύνεται η ακτή που αντικρύζει τον ωκεανό της άγνοιας.

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009

Ο άφατος λόγος της βίας

Η κάμερα-σιδερικό

Του Τάκη Καφετζή

Υπάρχουν στιγμές στη ζωή που ο άνθρωπος αισθάνεται γυμνός και φτωχός με την αδυναμία του λόγου του, με την άφατη στάση του μπροστά σε ‘κάτι’ που ξεπερνά την προικισμένη ικανότητά του να σκέφτεται, να μιλάει και να πράττει γι’ αυτό το κάτι.
Τι να πει κανείς, πώς να μπορέσει να ορίσει ποιο είναι σήμερα, τούτες τις ημέρες, το κάτι-που-έγινε και φαντάζει μαζί σαν-κάτι-που-δεν έγινε, τόσο αφάνταστο, αδιανόητο, ασύλληπτο που ήταν. Και πώς να μιλήσει για εκείνο που έγινε/δεν έγινε, όταν αυτό το αφάνταστό του, το αδιανόητό του διαλύει σε κλάσματα δευτερολέπτου έννοιες, λέξεις, κατηγορίες του νου και σχήματα γνωστικά της ψυχής;
Πώς να μιλήσεις, πώς να δεις πριν μιλήσεις, τι να πεις μετά που θα μιλήσεις; Να μιλήσεις, ίσως, με παρενθέσεις, με αποσιωπητικά, με παρεκβάσεις, με μεταφορά; Θα ήταν μια κάποια λύση, απέναντι στο κάτι τούτων των ημερών: τη μεγάλη παρένθεση στη ζωή σου που άνοιξε (απλώς, άνοιξε) ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος, και που δεν κλείνει με κανέναν τρόπο.
Να βρεις μια παρένθεση, λοιπόν, μια παρένθεση: Που επίσης να μην κλείνει, που να έχει και τη δύναμη της ανοιχτής πληγής, που να χωράει και όλο αυτό το διάχυτο και ασύνταχτο κύμα που αντάριασε ‘για τον Αλέξη’ σε πολλά μέρη, που να μπορεί και να ανοίγει για να μπουν μέσα της όλα τα βουβά παιδιά του κόσμου, μαζί με την άφατη βία τους και του άδηλους λόγους της ζωής τους που την βλέπουν να τα καταβροχθίζει σαν άλλος Behemoth.
Ιδού λοιπόν η παρένθεση. Αρχές δεκαετίας 1920, μετεπαναστατική ‘Ρωσία’, ο κατά κόσμον Ντενίζ Κάουφμαν μπαίνει στην ‘ρώσικη πρωτοπορία’ με ψευδώνυμο Τζίγκα Βερτώφ, δηλαδή ‘σβούρα που στριφογυρίζει’ – όπως στριφογυρίζεις κι εσύ άναρθρος τούτες τις ημέρες μαζί με πολλούς άλλους, σε πολλές πόλεις, σε πολλές χώρες, μετά το βράδυ του Σαββάτου 6 Δεκέμβρη. Ο Βερτώφ πρότεινε ένα ‘σινεμά- αλήθεια’, μία ‘κάμερα-μάτι’, που ‘να συλλάβει τη ζωή εξ’ απροόπτου’ – αφτιασίδωτη, ασκηνοθέτητη, γυμνή, πολλαπλή και μαζί κομματιασμένη –, που να κάνει το αόρατο ορατό, το κρυφό φανερό, το ανενεργές ενεργό.
Τέτοια κάμερα ακριβώς ήταν το σιδερικό που ‘κατέλαβε εξ απροόπτου τη ζωή’ του 16χρονου εκείνο το Σάββατο βράδυ. Τέτοια κάμερα ακριβώς ήταν αυτό το σιδερικό, δείχνοντας μέχρις εσχάτων μια ζωή γυμνή, κομματιασμένη, ερεβώδη.
Μια κάμερα που δείχνει μια τέτοια ζωή με τη μόνη μορφή που μπορεί να υπάρχει: ως θάνατος. Μια κάμερα που έκανε το αόρατο ορατό, που φανέρωσε το κρυφό, που ενεργοποίησε την ανενεργό μέχρι ‘εκείνη-τη- στιγμή’ οργή σε τυφλό ξεσήκωμα. Όπως ‘τυφλή’, αφτιασίδωτη, ήταν η ίδια η κάμερα του Βερτώφ για την αφτιασίδωτη ζωή, και η κάμερα-σιδερικό που τράβηξε μακρύ πλάνο μιας ζωής-αφτιασίδωτου θανάτου στη Τζαβέλα.
Όλα τα άλλα, απλώς ακολούθησαν και ακολουθούν. Γιατί ήταν η κάμερα-σιδερικό που συμπύκνωσε αστραπιαία την τυφλή ζωή των 16ρηδων σε μια κοινωνία ανηλεούς αγριότητας, σε μια ‘πολιτεία’ που με τη σημερινή κυβέρνησή της είναι η ίδια ένας ‘μπαχαλάκης’ – αλλά σοβαρότατα και εξαιρετικότατα επικίνδυνος για τη ζωή όλων –, σε έναν κόσμο όπου στέκονται αντικριστά μαύρες βαλίτσες με εκατομμύρια ευρώ, μαύρες ζωές με ευρώ πείνας και δυστυχίας, μαύρες στολές καταστολής και κατάστασης πολιορκίας, γκρίζα όνειρα σε ατέλειωτες νύχτες.
Η εξέγερση έχει άδηλο μέλλον. Γιατί έχει λόγους η βία της, αλλά η ίδια έχει λόγο άφατο. Πώς αλλιώς; Χρόνια τώρα, το μόνο που σε μαθαίνουν είναι να ‘κατανοείς’ και να εσωτερικεύεις τους λόγους της εντοπισμένης και μαζί διάχυτης βίας του ‘συστήματος’, να έχεις μόνον αυτούς τους λόγους μέσα σου κι εσύ να ζεις με μια μόνιμη αναπηρία δικού σου λόγου και δικής σου πράξης.
Ίσως αυτή η κάμερα-σιδερικό να έφερε εκείνο που λέει ένα σύνθημα των παιδιών μας: ‘Για τις Τράπεζες λεφτά, για τη νεολαία σφαίρες, τώρα ήρθε η ώρα για τις δικές μας μέρες’.
Να ευχόμαστε να είναι πολλές αυτές οι μέρες, πολλές και ωραίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: